16.4.16

69********

η απερίσκεπτη διαρκής επανάληψη των αγαπημένων μου στίχων απο εκείνα τα επαναστατικά ποιήματα,
οδήγησε στο να ηχούν στ’ αυτιά μου σαν προσταγές απο παγωμένες μηχανικές φωνές
οι προτάσεις έγιναν λέξεις 
οι λέξεις συλλαβές
οι συλλαβές φθόγγοι
και το διαμελισμένο νόημα
άρχισε να παρατάσσεται ξανά
σε καρκινικές δομές
αντιθετοαντίστροφες και ανεξέλεγχτες
ωσπου κάποια στιγμή έπιασα τον εαυτό μου
να μουρμουρίζει ακατάληπτα προτάγματα
αποτελούμενα απο τις σωστές λέξεις
σε λάθος σειρά
με σιχαινόμουν 
αλλά ήμουν ο μόνος άνθρωπος που κάπως εμπιστευόμουν 
και κατέληξα να αυτομαστιγώνομαι με ποικίλους τρόπους
βρώμισα τις κινήσεις μου
θόλωσα τα βήματα
και πήρα το γνωστό ύφος που έχω πάνω στο φθαρμένο σανίδι (της πραγματικότητας)
προσπαθώντας να γίνω αντικοινωνική, απεχθής κι εσωστρεφής
μα δεν κράτησε πολύ
σύντομα η ανάσα μου 
άρχισε να καλύπτει κάθε ήχο, κάθε βουητό
το μόνο που ακουγόταν πια
ήταν η ηχώ μου
το μόνο που διακρινόταν
το είδωλο μου στο αλαβάστρινο νερό
αλλοιωμένος διπλασιασμός
αναδιπλασιασμός
ναρκισσισμός
μύθοι, τραύματα και τέτοια πράγματα

διαστρέβλωση απο τα αισθητήρια
απο τα μέσα 
-άμεσα και έμμεσα
αποστασιοποιημένα ή μη
παρατηρητές ή εισβολείς-

ίσως να φταίει που αναγκάζομαι να φαντάζομαι και να εικάζω
ίσως πάλι, να είναι εκείνο το δείγμα ευφυίας/ βάρος συνείδησης
ίσως πάλι να ‘ναι αυτά τα στιχάκια
που τριγυρίζουν στο μυαλό μου μέρες τώρα
ξέρεις, "τί θέλετε απο μένα τελικά;"
και τα γνωστά

γέμισα "ίσως" και μίσος
γέμισα τοίχους με στίχους
και κατέληξα πως απλά φοβάμαι τις πληγές 
-κι ας λατρεύω το αίμα-
ντράπηκα τόσο
που είπα να πάρω να στο πω
κι ώρες τώρα να μαντέψω προσπαθώ,
ποιός θα 'ταν ο αριθμός σου.


1 σχόλιο: