28.3.20

μ' ένα τσαφ

αυτές τις μέρες που οι τοίχοι σιγά σιγά γίνονται δέρμα και το φως αποκτά κάτι απο τις υποσχέσεις των χεριών σου,αυτές ακριβώς τις μέρες το μαξιλάρι σκληραίνει όπως τα μάτια σου και εκβιάζει τις παραδοχές μου
τις μέρες με υγρασία με πονάνε τα ελεγχτικά μου και μαγκώνουν οι σκέψεις μου, αρχίζουν οι πόνοι και δεν με πιάνει τίποτα ,μόνο οι ενέσεις -μ’ αυτό το μαύρο διάολο που πικρίζει τα μέσα μου- νικάνε αυτούς τους πόνους και η ψυχούλα μου το ξέρει αν τις προτιμώ αλλά χρόνια τώρα μ’ αυτές συνέρχομαι τις μέρες με υγρασία και γλιτώνει το μυαλό τη μούχλα
πώς έφτασα εδώ ναι, 
άκου,
σηκώθηκα απότομα και στην καφετιέρα βρήκα να με περιμένει ένα πρωτόγνωρο υγρό, το δοκίμασα μες την κούπα μου, θύμιζε κάτι απο το πολυαγαπημένο μου ρόφημα σε γεύση -που έφτιαχνα στοργικά επιμελώς και με ευλαβική προσήλωση- μόνο που 'ταν σαν ξερασμένο; κακοχωνευμένο σε ατελή πέψη; με περίμενε ατάραχο και αηδιαστικό, έπλυνα την κούπα μου στραβωμένη αλλά
συμβαίνουν αυτά, το στομάχι γκρινιάζει ειδικά στα ευαίσθητα παιδιά...
εκείνη την περίοδο βέβαια ήμουν φοβερά εθισμένη στον καφέ και η έλλειψή του μου στοίχσε αλλά το πάλεψα, γιατί η καφετιέρα σε ανύποπτο χρόνο αντί για καφέ έβγαζε αυτό το υγρό και λέω βάστα

δεν θυμάμαι πολλά ακόμα,  ίσως αμυδρά, ανακαλώ αυτές τις κινήσεις που έστρωναν με προσοχή ένα χαλί στο διάδρομο που είχε αυτήν την υφή θαλπωρής αλλά γλίστραγε τόσο που το βγάλαμε γιατί θα σκοτωνόμασταν ντεφάκτο

μετα θυμάμαι μόνο, εκείνους τους ήχους, που κάτι ξεσκιζόταν
και το στόμα μου να προφέρει χωρίς την άδειά μου αλλόκοτες φράσεις όπως:
ή πολύ καλό το μαχαίρι σας ή πολύ μαλακή η κοιλιά μου 
και το μαχαίρι μπαινοέβγαινε και αυτός ο ήχος ανατριχιαστικότατος θεέ μου
αλλά μέχρι εκεί θυμάμαι
τα αίματα μου πηρε καιρό να τα καθαρίσω αλλά είχα κάτι να τρίβω μανιακά οπότε ουδέν κακό αμιγές καλού

ώσπου έφτασε εκείνο το διαολεμένο μεσημέρι, γαμώ το κέρατο
που στην κουζίνα βρήκα στο μίξερ χτυπημένο σα μαρέγκα
το μίσος να αφρίζει αφρατεμένο και είχε σαβαγιάρ αυτοκαταστροφής
αφημένα για πρωινό μου
και δεν το άντεξα το γεγονός
άρχισα να καθαρίζω το σπίτι όπως δεν έχω καθαρίσει στη ζωή μου ποτέ
και να ψεκάζω μέχρι που τα χέρια μου έγιναν πανέ απ’ τα χημικά
και ήταν ακριβώς εκείνες οι μέρες
ναι ναι,
αυτές οι μέρες που οι τοίχοι γίνονται σιγά σιγά δέρμα και το φως αποκτά κάτι απο τις υποσχέσεις των χεριών σου, ακριβώς αυτές οι μέρες που ακολουθούνται απο εκείνες τις νύχτες που νιώθω τα τείχη θεώρατα να γκρεμίζονται σε δευτερόλεπτα και να ξαναχτίζονται 
και το κοντινότερο δέρμα είναι ο τοίχος
και τα χέρια σου μαζί με τις υποσχέσεις σου
σβήνουν
με ένα
τσαφ.