13.2.20

-Και οι άνθρωποι;

-Δεν θέλω καταρράκτες Έντελ, αλλά τη γαλήνη μιας λίμνης, δεν θέλω βελανιδιές αλλά σημύδες,εκείνα τα βουνά στο βάθος πρέπει να γίνουν λόφοι και η μέρα ηλιοβασίλεμα, ο αέρας αύρα, οι πόλεις χωριά και τα κάστρα κήποι. Κι αν πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχουν γεράκια, τουλάχιστον να πετούν, και μάλιστα μακριά.
-Ναι, κατάλαβα. Μόνο ένα πράγμα: και οι άνθρωποι;
Ο βαρόνος σωπαίνει. Παρατηρεί όλα τα πρόσωπα της τεράστιας ταπετσαρίας, ένα προς ένα, λες και θέλει ν’ ακούσει τη γνώμη τους. Περνά απ’ τον ένα τοίχο στον άλλο, αλλά κανείς δεν μιλά. Έπρεπε να το περιμένει. 
-Έντελ, υπάρχει κάποιος τρόπος να κάνουμε ανθρώπους που δεν θα κάνουν κακό;
Ακόμα κι ο Θεός πρέπει να το αναρωτήθηκε αυτό, την κατάλληλη στιγμή.
-Δεν ξέρω, αλλά θα προσπαθήσω.
Στο εργαστήρι του Έντελ Τρουτ δούλεψαν μήνες ολόκληρους με τα χιλιόμετρα μεταξένιου νήματος που έστειλε ο βαρόνος. Δούλεψαν σιωπηλοί επειδή, έλεγε ο Έντελ, η σιωπή πρέπει να μπεί στο σχέδιο του υφαντού. Ήταν ένα νήμα σαν τ’ άλλα,μόνο που δεν το έβλεπες, αλλά υπήρχε. Έτσι δούλευαν σιωπηλοί.
Επί μήνες.
{…}
Μια στιγμή πριν τα ξετυλίξουν, ο βαρόνος ψιθύρισε:
-Και οι άνθρωποι;
Ο Έντελ χαμογέλασε.
-Αν πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχουν άνθρωποι, τουλάχιστον να πετούν, και μάλιστα μακριά.


Ωκεανός
Αλεσσάντρο Μπαρίκκο