24.3.16

f*k games

Υπογλυκαιμίες

Έχω βαρεθεί να δοκιμάζω το γλυκό και να μου παίρνουν το βάζo. Έχω βαρεθεί να πιπιλάω μανιασμένα τα δάχτυλα μου για να θυμηθώ την γγεύση σου, άλλωστε έτσι καταλήγω να ηδονίζομαι τρώγοντας τον εαυτό μου. Και κυρίως με εκνευρίζει που νιώθω τόσο αδύναμη μπροστά στις υπογλυκαιμίες μου. Παλιά κάπως με ήλεγχα. Δοκίμαζα το ένα γλυκό μετά το άλλο και γούσταρα που δεν λιγωνόμουν. Μα σήμερα είναι η πρώτη μέρα της ψυχικής περιόδου. Σήμερα θέλω να φάω όσο πιο πολύ μπορώ. Δεν μου φτάνουν οι δοκιμές.  Θέλω επιτέλους να χορτάσω, για μια φορά έστω να μην ξεράσω  επειδή δεν έχω μάθει ακόμα τα όρια μου, ούτε απο ενοχές και φόβο πως θα παχύνω. Θέλω να πετύχω τον τέλειο κορεσμό . Τί μαλακίες λέω. Απλά πάλι την πάτησα.  Βλέπεις χθες απο τα νεύρα μου που πάλι απέτυχα κατέληξα για μια ακόμα φορά σε κάποια τουαλέτα με εναν τύπο προσποιούμενη πως γουστάρω τη γεύση των σκατών αντί αυτή των χειλιών σου.  Γιατί πρέπει να με εθίσω στα λίγα να θέλω να μην πονάω. Κοιτούσα επίμονα τα μάτια του μήπως και καταφέρω εκεί μέσα να βρω κάτι να σου μοιάζει και αυτός νόμιζε οτι τον ερωτεύτηκα. Τι βλάκας. Έσφιγγα το χέρι του σαν να ήταν μπαλάκι αντιστρές για να μην αρχίσω να χώνω μπουκέτα εναλλάξ -ένα σε μένα ένα σ' αυτόν. Προσπαθούσα να με πείσω πως δεν υπάρχεις αλλά σε ένιωθα μέσα στο μάτι μου και βούρκωσα. “Γιατί κλαις;” ρώτησε ο μαλάκας. Kι εγώ άρχισα να γελαω, γιατί θυμηθηκα πόσο έχω αφυδατωθει για χάρη σου και πως ίσως αφήνω  να με σαλιωνουν τόσοι άγνωστοι για να πάρω πίσω τα υγρά που μου χρωστάς. Μα δυστυχώς η αύξηση των αναγκών ενυδάτωσης είναι πλέον κατακόρυφη. Μου χρωστάς μία θάλασσα και παίρνω πίσω σταγονες. Κατάλαβες τώρα τί εννοούσα με τις υπογλυκαιμίες; Έλλειψη.  Όσο λείπεις ο ήλιος κάθε μέρα με στεγνώνει και το μόνο που αντέχω είναι να χάνομαι παρατηρώντας τα σύννεφα. Μακάρι να μπορούσα να σου περιγράψω τα σύννεφα. Σου μοιάζουν τόσο. Είναι πανέμορφα κι έχουν κρυμμένο το νερό. Μα ούτε αυτά μπορώ να τα πιάσω.  Ας γινόταν να σε φάω μια φορά μέχρι το τέλος. Ολόκληρό. Κι ορκίζομαι  θα νήστευα γλυκά και λάθη μέχρι να πεθάνω.

... ... ...


καληνύχτα βλάκα

Σταμάτα να μιλάς απ’ το σαλόνι ρε. Κουράστηκα ν’ ανοίγω την πόρτα για να σ’ ακούσω.  Αφού ξέρουμε κι οι δύο πως τόσα χρόνια σ’ ακούω μα ποτέ δεν σε κατάλαβα.  

Βγάζω τα ρούχα να γράψεις τα λόγια στο σουτιέν μου.  Η τελευταία προσπάθεια ν’ αγγίξουν όλα αυτά την καρδιά μου.  Ευκαιρία να σε μαγέψω και λιγάκι.  
Το μόνο που χρειάζεται είναι να πιείς λίγο απο το μαύρο των μαλλιών μου, των ματιών μου, των μυαλών μου. Βαρέθηκα το μουντό μπεζουλί που έχουν τα μάγουλα σου.  
Ορίστε πιες. Έλα μην φοβάσαι, το χειρότερο που μπορεί να συμβεί είναι να πεθάνεις αλλά έτσι κι αλλιώς θα συμβεί.  Δεν θα είναι όμορφο να έχεις διαλέξει μόνος σου τον τρόπο; 
Τί εννοείς “φοβάσαι να πεθάνεις”; 
Κάποιες φορές γίνεσαι τόσο πραγματιστής που με τρομάζεις. Αφού δεν τολμάς την επαλήθευση ρε γατάκι.  Δώσε μου την απόλαυση ότι σε προσηλύτισα στον ρομαντισμό. 
Εντάξει πρέπει να είσαι εντελώς ηλίθιος για να ανέχεσαι όλες τις μαλακίες που λέω ή πολυ καψούρης με τον πεσιμισμό και τον μηδενισμό μου. Τί βλακείες λέω πάλι, αφού ξέρω....
Είναι που δεν έχεις αλλού να πας. Μην το αρνηθείς, δεν θα με πείσεις πως είσαι ‘δω απο επιλογή. 
Καληνύχτα βλάκα.

16.3.16

Ακαδημίας γωνία

‘μπράβο μπραβο’ αυτοί
‘ευχαριστώ ευχαριστώ’ εγώ
επειδή δεν έμαθα να κλείνω το στόμα μου
και τα χώνω στα ίσια
σ ‘εναν μαλάκα που αντιλαμβάνεται την διαφωνία
μόνο σαν παιχνίδι εξουσίας
και τρόπο να μείνει προσκολλημένος
στην καρέκλα φαντασιακής ανωτερότητας

η πόρτα έκλεισε
έτρεμα ολόκληρη
περπατούσα με τα μπράβο σφηνωμένα στ'αυτιά
τα πίεσα με τ'ακουστικά
έβαλα εναν τύπο να φωνάζει μανιακά
σκέψεις άρχισαν ξανά να ξεπηδούν
δοάσπαρτες και ακανόνιστες

έμαθα να επιβιώνω κάποτε
στοίχισε ακριβά
μα τώρα πια
κομμένα τ'αστεία
πού είναι οι φωτιές
τα οδοφράγματα
και τα κυνηγητά;
πού είναι τα χρώματα;
πού είναι οι ταράτσες,
τα πειράματα,
οι εξερευνήσεις,
οι ατελείωτες βόλτες
και οι απίθανες ιστοριες;

οι μπάτσοι με κοιτάνε στραβα
-μας κόβουν απ' το περπατημα
το ύφος και το βλέμμα όταν περνάμε-
αναζητουν μια αφορμη
και μας ζηλεύουν κατα βάθος
που εμείς έχουμε μόνιμες αιτίες

η πόλη βουλιάζει καθε μέρα περισσότερο
λασπώνει, βρωμίζει, σαπίζει 
κατα την αποδόμηση,
αποκαλύπτει τα κομμάτια της

και γω, περιμένω
ποιος θα ερθει να με ξυπνησει το βραδυ
να ντυθουμε και να βγουμε
να γεμίσουμε σημάδια
το σάπιο κουφάρι της πόλης
ετοιμάζοντας μικρες εκπλήξεις 
στους πρωινούς ανθρώπους
ακόμα περιμένω
ποιος δεν θα μου πει γαμημενο μπραβο
αλλά θα με τραβήξει βιαστικά
ν’ αλλάξουμε την πολη
ως τα χαράματα
περιμενω 
ποιός θα ‘ρθει να φτιάξουμε μαζί
κρυφά το βράδυ
τον κόσμο που κάποτε ονειρευόμασταν
κι ας διαλύσει  το κυμα των ανθρώπων το πρωί 
καθε μας κάστρο
το βράδυ θ'αλλαξει πάλι χέρια
η τσαντα, το μπουκάλι
και τα γάντια
θ’ αλλάξουν οι ρυθμίσεις του παιχνιδιού
κι οι χαρακτήρες
και ‘μεις στο σκοτάδι
θα ονειρευόμαστε εκείνη
την χρωματιστή ελεύθερη πόλη
χορεύοντας και τραγουδώντας
πριν ο ήλιος μας εκδικηθεί
αποκαλύπτοντας αναιδώς
 με τις πρώτες πρωινές ακτίνες
την ασχήμια του γκρί κόσμου





8.3.16

Ριζοσυλλέκτες στα σφαγεία

ξεφυτρώνουν εδω και ‘κει
μαύρες τρύπες
μάτια βαθιά σημαδεμένα,
πηγάδια που αντανακλούν 
τα πυκνότερα σκοτάδια της ύπαρξης

παραμορφωμένα πρόσωπα αρνητών 
που απεγνωσμένα
διψούν για μια σταγόνα ελπίδα
γίνονται σπίθες
ευελπιστώντας σε μια λύτρωση
απο τις ίδιες τους τις φλόγες


αλλόκοτοι άνθρωποι
αγωνίζονται
μήπως και επιβιώσουν
κι’ οσο ακονίζονται
φθείρονται

περιφέρονται μανιασμένοι
αναζητουν να ορίσουν
αυτο το άγνωστο χ
απελπισμένοι ριζοσυλλέκτες
σε τσιμεντένια κλουβιά
σπάνε τις πλάκες στο πεζοδρόμιο
μήπως ανθίσει εκεί κανα λουλούδι

στις όχθες 
του ποταμού της ματαιότητας
παρακαλούν έστω
για την διττή φυση του μηδενός
δίπλα στην εξίσωση
που κληθηκαν να λύσουν
χωρίς να ερωτηθούν,
όταν βρέθηκαν κλειδωμένοι
στην αρένα που κάποιοι ονόμασαν ζωή

εξ ορισμού χαμένο παιχνίδι
μα τίποτα δεν τους πλήγωσε
όσο η ανυπαρξία ισότητας
και η οδυνηρή συνειδητοποίηση
της διαρκής τους πάλης
με κάτι οξείες γωνίες
< τις ανισότητες >
το πιο λαμπρό επίτευγμα
του πολιτισμού που κληρονόμησαν

27.2.16

Άτοπα θηλαστικά σε αστικά τοπία

μας έχουν κλειδωμένους σε  κλουβιά
και μας  εκτρέφουν με επιλεγμένη πληροφορία
ποικίλων ειδών
κι' εμείς απλά προσπαθούμε
να αποβάλλουμε όση περισσότερη γίνεται

γι’αυτό αποφάσισαν
να μην καθαρίζουν πλέον τα κλουβιά
να ζούμε στα σκατά μας
τα οποία τρώμε ανακατεμμένα με τροφή
συνηθίζουμε
κι επιβιώνουμε

κι’ όλο μας μικκραίνουν το κλουβί
αυξάνουν την ποσότητα τροφής
χειροτερεύουν την ποιότητα
μα εμείς συνηθίζουμε

δεν αντέχω άλλο
αυτό το γελοίο σύστημα
σιχάθηκα τις γελοίες συνθήκες

σ’ είδα ένα βράδυ περνώντας
την ώρα που με μετέφεραν
μα το κλουβί σου
βρίσκεται πολύ μακριά
σ’ έχασα μα δεν ξέχασα
οπότε δαγκώνω με μανία τα κάγκελα
μήπως και δραπετεύσω
μήπως και καταφέρω να σε βρω

μακάρι να μπορούσα
να κρεμαστώ απ' τα κάγκελα 
που σε φυλακίζουν
και να διαμαρτυρηθώ
γι' αυτήν την κατάφορη αδικία

να χτυπήσω 
το χέρι στο βρώμικο πάτωμα
και το πόδι στο τραπέζι
να βροντήξω δυνατά
τα πιάτα με την αηδιαστική τροφή
και να σπάσω την πόρτα σου

να σε πάρω και να φύγουμε μαζί
απεργοί πείνας
μέχρι να πεθάνουμε
σε μια προσπάθεια 
συλλογής μιας αγνής ρίζας 
σε μια προσπαθεια 
να γευτουμε κατι περα απ’ όσα 
τόσα χρόνια μας παρέχουνν
για να 'χουμε καλής ποιότητας κρέας 
ωστε να κινηθεί η αγορά 
όταν μας σφάξουν και μας πουλήσουν


να με θυμάσαι
θα έρθω να σε πάρω
σου το υπόσχομαι

κι’ αν κάποτε μας ξαναβάλουν
σε κλουβί τους δυό μας
τότε θα παρουμε
την πιο γερή εκδίκηση
γιατί θα λιώσουμε τα σίδερα
με την φωτια
που μόνο εμεις αναβουμε
και δεν σβήνει 
αν δεν γινουν όλα γύρω
μαύρα ή κόκκινα

...μάλλον κάτι τέτοιο εννοούν,
αυτοί που λένε ότι ο έρωτας
αντιτίθεται στον θάνατο,
την φθορά και την αποσύνθεση
έτσι δεν ειναι;






https://www.youtube.com/watch?feature=player_detailpage&v=w92WQoQV1V8


22.2.16

Γραμμα σ' ενα μουσικο.

Καλημερα. 
Βγηκα στον δρομο να σε βρω.
Ο ηλιος λαμπει και η μερα μου ψιθυριζει παιχνιδιαρικα στο αυτί “φάε με” αλλα εγω φοβαμαι λιγο μην μου πεσει βαρια.
Ο ηλιος μου δινει ελπίδα με αυτην την ηλιαχτιδα που τυφλωνει το μάτι μου καθως διαπερνα αυτο το μικρο σπασιμο στα γυαλια μου.
Ενα μικρο αλλα ικανο σπασιο.
Τί σπασιμο (απο ενα τοσοδουλι σπασιμο)!

Σημερα η μερα ειναι μια Ρε ματζορε.
Δεν νομιζω να ειμαι συναισθητικη, γιατι ολα αυτα ηταν ανεκαθεν αναποσπαστο κομματι του συνειδητου μου. Εγω σκεφτομαι με ρευστα και αμπστρακτ σχηματα-δομες-γραμμες. 
Ασε που ειμαι του ατονάλ.
Ατονικη.
Δινω σ’ ολα σημασια.
Δεν εστιαζω.
Δεν τονιζω.
Μ’ αυτο το ατονικο θα με τρελανει.
Ο φορμαλισμος του χρυσου αιωνα της πολυφωνιας εχει στοιχειωσει πεντε χρονια την ζωη μου.
Συγκερασμος και αηδιες.
Τελος παντων.
Μια χαρουμενη μειζονα, ειναι η σημερινη μερα. Ιδανικη για χαλκινα επιβλητικα πνευστα, με δυο διεσεις.
Εγω η Φα, εσυ η Ντο.
Γαμω τον προσαγωγεα μου.
Λυσου επιτελους!
Η ζωη μου σαν την τοκάτα μου, ολο πτωσεις στο ανικανοποιητο, γυρω-γυρω απο την νοτα μα ποτέ λυση αυτη καθ’ αυτη.
Συνεχως μια εκτη ή ενα επομενο μοτιβο, μια ακομα φλυαρια ενα ακομα παιχνιδισμα μα ποτέ λυση. 
Ετσι νιωθω και γω. Σε τριγυρνω μα οσο σε φτανω, μακρια ειμαι.

Δεν μπηκα στο αστικο.
Με τα ποδια θα σε φτασω.
Ποδια στο σωμα, φτερα στα μυαλα.
Θα σε παρω να φυγουμε μακρια απ’ ολους και απ’ ολα.
Μα παντα μας ακολουθουν κατι σκιες.

Ενα ακομα τσιγαρο.
Μια βαθια ανασα
κι’ισως.

Ισως.
Τοσο απλά.
Ισως καποτε βρεθουμε,
ξερω γω.

Κι’οταν βρεθουμε ισως καταφερουμε να χωρεσουμε μαζι μεσα σε κάποια αγκαλια. 


                                                                                                                                              ο μουσικος.
                                                                                                                                   Θεσσαλονικη 21/2


7.2.16

Μαγκνέτικ

τον συμβούλευσα να γράφει τους αγαπημένους του στίχους
απο τα ποιήματα μου
στις σόλες των παπουτσιών του
για να θυμάται πόσο γρήγορα ξεθωριάζουν οι λέξεις
κι ας είναι γραπτές, φεύγουν κι αυτές
με τα χιλιόμετρα και τις κακοτοπιές

ο μόνος τρόπος θα 'ταν  να μην τα δοκιμασει
να μην ρισκάρει να μην βγει έξω,
μα εγώ τον ήθελα ελεύθερο!

του υποσχέθηκα
πως θα 'χει πάντα στίχους μου να γράφει
πως δεν θα ξεμείνει με άδεια σόλα
και πως με την πρώτη ευκαιρία
θα έγραφα ενα ποίημα κάτω απο το σπίτι του


έσβηναν κι' έγραφε συνεχως
κάθε φορά στεναχωριόταν
αντικρίζοντας την φθορά και την αλλοίωση
μα κάθε φορά είχε νέες λέξεις να χαρεί
έγραφε και χαμογελούσε


ώσπου έφτασε η μέρα
να γράψω κάτι κάτω απο το σπίτι του
-εκείνος με περίμενε καρτερικά-
σκεφτόμουν πως
θα 'θελα να 'ναι 'κει κάθε μέρα κάθε στιγμή
να το βλέπει και να με θυμάται

κοίταζα τον τοίχο
είχα τόσες λέξεις μα καμία να του γράψω
το "σ'αγαπώ" ήταν κλισέ,
το "καλημέρα" άτοπο,
το "να χαμογελας" μελό
και το "να προσέχεις"
ίδιο με της μάνας του

σκέφτηκα να φτιάξω ένα μαύρο μάτι
μα  υπήρχαν πολλά τέτοια
και φοβόμουν μην μπερδέψει τα δικά μου με άλλης
σκέφτηκα να γράψω
πως είναι ο τελευταίος των μοϊκανών και είναι ξεχωριστός
μα θα μου έλεγε να σταματήσω τις αηδίες


έμεινα τόση ώρα κάτω απο το σπίτι του
που αυτός νόμιζε οτι τον πρόδωσα
ότι δεν πήγα ποτέ
εγώ σκεφτόμουν ακόμα
τί θα 'θελα να με θυμίζει
και κείνος νόμιζε  ότι τον κορόιδεψα
τον εξαπάτησα

κοίταξε τα παπούτσια του
στην σόλα φαινόταν ακόμα αρκετά διακριτά
“ σε θέλω ελεύθερο διαβάτη
δίπλα μου στην ερημιά του κόσμου”
ούρλιαξε απο απόγνωση
απελπισία,
απογοήτευση και πόνο
-είχε πιστέψει στην αλήθεια
αυτού του  έρωτα
σχεδόν όσο και γω-
ούρλιαξε ξανά
και πήδηξε απ’τον τέταρτο

εγώ, στεκόμουν ακόμα μπροστά  στον τοίχο,
άκουσα τον θόρυβο
κόσμος απο τις πίσω πολυκατοικίες άρχισε να μαζεύεται
και σιγά-σιγά άρχισα ν' ακούω και σειρήνες
τότε μου ήρθε η ιδέα
“πρόσεχε  χρωματιστές
και ανθρωπόμορφες σειρήνες
υπάρχει  ιθάκη
αρκεί να διαβάσεις ανάποδα”
υπεγραψα,
“ηκάθι”

και την ώρα που ακούμπησα
το δάχτυλο στο κουδούνι του
κάποιος μου φώναξε
"κάτω το σπρέη" και "ψηλά τα χερια"

… …. ….

έκανα αμέτρητες ώρες να καταλάβω
γιατί ενώ εσύ δεν ήσουν ζωντανός
εμένα με κατηγορούσαν
για βανδαλισμό
εννοώ, όχι για ανθρωποκτονία


ρώτησα πολλές φορές
αν σου έκανα κάποιο ταττού
όσο ήσουν νεκρός
αλλά με κοιτούσαν με ύφος
“καλά εσυ αποτρελάθηκες”
και κανένας δεν μου απάντησε


στο δικαστήριο τους είπα
πως δεν έκανα βανδαλισμό μα φόνο
πως δεν αυτοκτόνησες
απλά παρεξήγηση και λάθος timing

είπα πως θα 'θελα πολύ
να ζητήσω ενα συγγνώμη απο το θύμα
αν δεν ήταν ήδη αργά
διότι μια ζωή ήμουν καθυστέρι
εκείνοι μου 'παν
πως είχες εκφράσει την επιθυμία να καείς
στο τζάκι ενος φίλου σου
και πως ήσουν ήδη  κάτι ανάμεσα 
σε στάχτες και ατμόσφαιρα

έτσι και γω αποφάσισα
να ζωστώ εκρηκτικά,
πολλά-πολλά εκρηκτικά,
να φωνάξω δυνατά
πως το κάνω δώρο στο θεό
και να ανατιναχτώ
απο άκρη σ’άκρη 
να διασκορπιστώ
μήπως καταφέρω να σε βρω
έστω σε μια γωνιά ατμόσφαιρας

μήπως
έστω δυο μόρια μας
εισπνευστούν ταυτόχρονα
απο κανένα βάτραχο
και ζήσουμε τον έρωτά μας
στα πνευμόνια του



Μαγκνέτικ by edeka 

3.2.16

Does that make me crazy?

https://youtu.be/rE2EWYdXQFI


εμείς είμαστε 
δυο ξενοι πια,
αλλά τα ασυνειδητα μας
ειχαν ηδη κανει παιδια

ξεμεινα εγω,
με ορφανά βρεφη 
απογόνους  των πεθαμένων
ονείρων μας,
που αν δεν σκότωνα
θα με κατασπάραζαν
καθως τρεφονταν 
απο τον ψυχισμο μου

ετσι λοιπον,
κάποια τα έπνιξα
με τα ιδια μου τα χερια
κοιτωντας τα κατάματα,
κάποια τ' άφησα
να πεθανουν απο ασιτία
κι’άλλα έκλαιγαν τοσο σπαρακτικα
που θυμάμαι να μου βαζουν άλλοι
το μαχαιρι στο χερι
και να τα καρφωνουν με δυναμη

ξεψυχησαν ολα
ένα προς ένα
εβρασα καποιων τα οστα
και εφτιαξα ζελεδακια
που μασουλουσα για μηνες
ακούγοντας ιστοριες για ερωτευμενους

άλλα τα γεμισα 
με καψιματα απο τσιγαρα 
που σβηνα 
με μανία πανω τους
πληγιαζοντας τ’αψυχο σωμα
τα βαλα σε κορνίζα
και τα μοίρασα 
ως πινακες ζωγραφικης

κι' άλλα τα χρησιμοποιησα 
για να φτιαξω φυλαχτα
κοσμήματα και  ποιηματα

α, χρησιμοποιησα
και το σπαρακτικο κλάμα
ως θέμα
και συνεθεσα 
μια τοκατα και φουγκα

μου 'χες ‘πει πως 
"καπως ετσι ληγουν 
οι μεγαλοι ερωτες
και οι τρελες ιστοριες"
-απο όλες αυτες τις λεξεις
μονο το τρελη
συγκρατησα.

ω, ναι.
ίσως ακούγομαι λιγο τρελη
για τους χρηστες της “λογικης”
της “κοινης αισθησης”
-πότε έγινε αισθηση η λογικη
ποτέ δεν καταλαβα-

βασικα, ειναι η ίδια θεωρια
με αυτη που ο ερωτας ειναι χημεία
και η αναρχία ουτοπία

καθόλου δεν διαφωνω
-ετσι ειναι!
αλλά εγω, ειλικρινα,
είχα ανάγκη να μεταβολισω
καπως
όλες τις πρωτες υλες
που  διεθεσα για την γενεση 
και τις πηρα πισω
με αλλη τεταρτοταγη δομη
-σαφως-
μα εξισου ενδιαφερουσα!

..κι όσο για τις θεωριες
η νοσταλγία
της απολαυστικης ηδονης
μπορεί να σε σκοτωσει
και η χαρά της μικρης αλλαγής
φτερά να σου δωσει.